EUR-Lex Πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιστροφή στην αρχική σελίδα του EUR-Lex

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 51998HB0806(02)

Σύσταση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για κανονισμό (ΕΚ) του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή ελάχιστων αποθεματικών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

ΕΕ C 246 της 6.8.1998, σ. 6 έως 8 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

31998Y0806(02)

Σύσταση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για κανονισμό (ΕΚ) του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή ελάχιστων αποθεματικών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 246 της 06/08/1998 σ. 0006 - 0008


Σύσταση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για κανονισμό (ΕΚ) του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή ελάχιστων αποθεματικών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (98/C 246/06)

(Υποβλήθηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις 7 Ιουλίου 1998)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

το καταστατικό του ευρωπαϊκού συστήματος κεντρικών τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (εφεξής το «καταστατικό») και ιδίως το άρθρο 19.2,

τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (εφεξής η «ΕΚΤ»),

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

τη γνώμη της Επιτροπής,

Σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 106 παράγραφος 6 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (εφεξής καλούμενη «η συνθήκη») και στο άρθρο 42 του καταστατικού,

Εκτιμώντας:

(1) ότι το άρθρο 19.2, σε συνδυασμό με το άρθρο 43.1 του καταστατικού, την παράγραφο 8 του πρωτοκόλλου (αριθ. 11) για ορισμένες διατάξεις που αφορούν το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας και την παράγραφο 2 του πρωτοκόλλου (αριθ. 12) σχετικά με ορισμένες διατάξεις που αφορούν τη Δανία, δεν παρέχει κανένα δικαίωμα και δεν επιβάλλει καμία υποχρέωση σε μη συμμετέχον κράτος μέλος 7

(2) ότι το άρθρο 19.2 του καταστατικού καλεί το Συμβούλιο, μεταξύ άλλων, να ορίσει τη βάση για τα ελάχιστα υποχρεωτικά αποθεματικά και τα μέγιστα επιτρεπόμενα ποσοστά μεταξύ των αποθεματικών αυτών και της βάσης τους 7

(3) ότι το άρθρο 19.2 του καταστατικού καλεί επίσης το Συμβούλιο να ορίσει τις κατάλληλες κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με αυτές τις απαιτήσεις 7 ότι διά του παρόντος ορίζονται ειδικές κυρώσεις 7 ότι ο παρών κανονισμός αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) του Συμβουλίου σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων για τις αρχές και διαδικασίες που αφορούν την επιβολή των κυρώσεων και προβλέπει απλουστευμένη διαδικασία για την επιβολή κυρώσεων στην περίπτωση συγκεκριμένων παραβάσεων 7 ότι, σε περίπτωση σύγκρουσης των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) του Συμβουλίου σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων και των διατάξεων του παρόντος κανονισμού που παρέχει στην ΕΚΤ το δικαίωμα να επιβάλλει κυρώσεις, κατισχύει ο παρών κανονισμός 7

(4) ότι το άρθρο 19.1 του καταστατικού προβλέπει ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ μπορεί να θεσπίζει κανονισμούς για τον υπολογισμό και προσδιορισμό των ελάχιστων υποχρεωτικών αποθεματικών 7

(5) ότι το σύστημα για την επιβολή ελάχιστων αποθεματικών, προκειμένου να καταστεί αποτελεσματικό μέσο για την εκτέλεση των λειτουργιών της διαχείρισης της χρηματαγοράς και του νομισματικού ελέγχου, πρέπει να διαρθρωθεί κατά τρόπο ώστε η ΕΚΤ να έχει την ευχέρεια και την ευελιξία να επιβάλλει τη διατήρηση ελάχιστων αποθεματικών εντός του πλαισίου και σε συνάρτηση με τις μεταβαλλόμενες οικονομικές και χρηματοπιστωτικές συνθήκες που ισχύουν στα συμμετέχοντα κράτη μέλη 7 ότι η ΕΚΤ μπορεί να επιβάλλει ελάχιστα αποθεματικά για υποχρεώσεις που απορρέουν από εκτός ισολογισμού στοιχεία, ιδίως αυτές οι οποίες είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία του ισολογισμού ή εκτός ισολογισμού είναι συγκρίσιμες με τις υποχρεώσεις που εμφανίζονται στον ισολογισμό, προκειμένου να αποτραπεί η πιθανότητα καταστρατήγησης των σχετικών διατάξεων 7

(6) ότι η ΕΚΤ, προκειμένου να θεσπίσει τους λεπτομερείς όρους για την εφαρμογή των ελάχιστων αποθεματικών, συμπεριλαμβανομένων των πραγματικών ποσοστών των αποθεματικών, της τυχόν εφαρμογής τόκου επί των αποθεματικών, των ενδεχόμενων εξαιρέσεων από την υποχρέωση διατήρησης ελάχιστων αποθεματικών ή των τυχόν τροποποιήσεων αυτών των υποχρεώσεων για συγκεκριμένη κατηγορία ή κατηγορίες ιδρυμάτων, υποχρεούται να ενεργεί τηρώντας τους στόχους του ευρωπαϊκού συστήματος κεντρικών τραπεζών (εφεξής το «ΕΣΚΤ»), όπως αυτοί καθορίζονται στο άρθρο 105 παράγραφος 1 της συνθήκης και αντικατοπτρίζονται στο άρθρο 2 του καταστατικού το οποίο υποδηλώνει, μεταξύ άλλων, την αρχή της αποφυγής πρόκλησης σοβαρών και ανεπιθύμητων φαινομένων επαναπροσδιορισμού των δραστηριοτήτων των ιδρυμάτων και αποδιαμεσολάβησης 7 ότι η επιβολή παρόμοιων ελάχιστων αποθεματικών μπορεί να αποτελεί στοιχείο της χάραξης και της εφαρμογής της νομισματικής πολιτικής της Κοινότητας, που αποτελούν ένα από τα βασικά καθήκοντα του ΕΣΚΤ, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 105 παράγραφος 2 πρώτη περίπτωση της συνθήκης και αντικατοπτρίζεται στο άρθρο 3.1 πρώτη περίπτωση του καταστατικού 7

(7) ότι οι κυρώσεις που προβλέπονται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό δεν παραβλάπτουν τη δυνατότητα του ΕΣΚΤ να θεσπίζει τις κατάλληλες εκτελεστικές διατάξεις στο πλαίσιο των σχέσεών του με τα αντισυμβαλλόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένου του μερικού ή ολικού αποκλεισμού ενός ιδρύματος από πράξεις νομισματικής πολιτικής σε περίπτωση σοβαρής παράβασης των υποχρεώσεων τήρησης ελάχιστων αποθεματικών 7

(8) ότι οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού μπορούν να εφαρμοσθούν αποτελεσματικά στο σύνολό τους μόνον εφόσον, σύμφωνα με το άρθρο 5 της συνθήκης, τα συμμετέχοντα κράτη μέλη λάβουν τα κατάλληλα μέτρα με σκοπό να εξασφαλίσουν ότι οι αρχές τους διαθέτουν την εξουσία που είναι αναγκαία για να συνδράμουν και να συνεργαστούν πλήρως με την ΕΚΤ κατά τη συλλογή και επαλήθευση των στοιχείων που απαιτούνται από το άρθρο 6 του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:

1. με τον όρο συμμετέχον κράτος μέλος νοείται ένα κράτος μέλος το οποίο έχει εγκρίνει το ενιαίο νόμισμα σύμφωνα με τη συνθήκη 7

2. με τον όρο εθνική κεντρική τράπεζα νοείται η κεντρική τράπεζα του συμμετέχοντος κράτους μέλους 7

3. με τον όρο ίδρυμα νοείται οποιοσδήποτε φορέας συμμετέχοντος κράτους μέλους από τον οποίο η ΕΚΤ μπορεί να απαιτεί τη διατήρηση ελάχιστων αποθεματικών, σύμφωνα με το άρθρο 19.1 του καταστατικού 7

4. με τον όρο ποσοστό αποθεματικών νοείται το ποσοστό της βάσης των ελάχιστων αποθεματικών, όπως αυτό θα οριστεί από την ΕΚΤ σύμφωνα με το άρθρο 19.2 του καταστατικού 7

5. με τον όρο κυρώσεις νοούνται πρόστιμα, περιοδικά καταβαλλόμενες χρηματικές ποινές, τόκοι και μη τοκοφόροι καταθέσεις.

Άρθρο 2

Δικαίωμα εξαίρεσης ιδρυμάτων

Η ΕΚΤ μπορεί, χωρίς διακριτική μεταχείριση, να εξαιρεί ιδρύματα από την υποχρέωση διατήρησης ελάχιστων αποθεματικών, με βάση τα κριτήρια που καθορίζει η ίδια.

Άρθρο 3

Βάση για τα ελάχιστα υποχρεωτικά αποθεματικά

1. Η βάση για τα ελάχιστα αποθεματικά, τη διατήρηση των οποίων μπορεί να απαιτήσει η ΕΚΤ από τα ιδρύματα σύμφωνα με το άρθρο 19.1 του καταστατικού, περιλαμβάνει, με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου, i) υποχρεώσεις των ιδρυμάτων που απορρέουν από την αποδοχή κεφαλαίων καθώς και ii) υποχρεώσεις που απορρέουν από εκτός ισολογισμού στοιχεία, αλλά αποκλείει iii) πλήρως ή μερικώς τις υποχρεώσεις έναντι οποιουδήποτε άλλου ιδρύματος σύμφωνα με τους όρους που θα καθορίσει η ΕΚΤ και iv) τις υποχρεώσεις έναντι της ΕΚΤ ή μιας εθνικής κεντρικής τράπεζας.

2. Όσον αφορά τις υποχρεώσεις υπό τη μορφή διαπραγματεύσιμων χρεογράφων, η ΕΚΤ μπορεί να ορίσει, εναλλακτικά προς τη διάταξη της παραγράφου 1 σημείο iii) ανωτέρω, ότι οι υποχρέωσεις ενός ιδρύματος έναντι άλλου εκπίπτουν πλήρως ή μερικώς από τη βάση για τα ελάχιστα αποθεματικά του ιδρύματος προς το οποίο οφείλονται.

3. Η ΕΚΤ μπορεί, χωρίς διακριτική μεταχείριση, να επιτρέψει την εξαίρεση συγκεκριμένων στοιχείων του ενεργητικού από τις κατηγορίες υποχρεώσεων που συμπεριλαμβάνονται στη βάση των ελάχιστων αποθεματικών.

Άρθρο 4

Ποσοστά των αποθεματικών

1. Τα ποσοστά των αποθεματικών που μπορεί να καθορίσει η ΕΚΤ σύμφωνα με το άρθρο 19.2 του καταστατικού δεν μπορούν να υπερβαίνουν το 10 % των σχετικών υποχρεώσεων που συμπεριλαμβάνονται στη βάση για τα ελάχιστα αποθεματικά, μπορούν ωστόσο να είναι 0 %.

2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, η ΕΚΤ μπορεί, χωρίς διακριτική μεταχείριση, να καθορίσει διαφορετικά ποσοστά αποθεματικών για συγκεκριμένες κατηγορίες υποχρεώσεων που συμπεριλαμβάνονται στη βάση για τα ελάχιστα αποθεματικά.

Άρθρο 5

Κανονιστική εξουσία

Για τους σκοπούς των άρθρων 2, 3 και 4 του παρόντος κανονισμού, η ΕΚΤ εκδίδει, εάν αυτό κρίνεται σκόπιμο, κανονισμούς ή αποφάσεις.

Άρθρο 6

Δικαίωμα συλλογής και επαλήθευσης πληροφοριών

1. Η ΕΚΤ έχει το δικαιώμα να συλλέγει από τα ιδρύματα τις πληροφορίες εκείνες που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή των ελάχιστων αποθεματικών. Οι πληροφορίες αυτές είναι εμπιστευτικές.

2. Η ΕΚΤ έχει το δικαίωμα να επαληθεύει την ακρίβεια και την ποιότητα των πληροφοριών που παρέχουν τα ιδρύματα προκειμένου να αποδείξουν ότι συμμορφώνονται με την υποχρέωση διατήρησης ελάχιστων αποθεματικών. Η ΕΚΤ ενημερώνει τα ιδρύματα για την απόφασή της να επαληθεύσει στοιχεία ή να προβεί στην υποχρεωτική συλλογή τους.

3. Το δικαίωμα επαλήθευσης στοιχείων περιλαμβάνει το δικαίωμα:

α) να ζητά την υποβολή εγγράφων 7

β) να εξετάζει τα βιβλία και τα μητρώα των ιδρυμάτων 7

γ) να λαμβάνει αντίγραφα ή αποσπάσματα αυτών των βιβλίων και μητρώων και

δ) να ζητά γραπτές ή προφορικές εξηγήσεις.

Όταν ένα ίδρυμα παρακωλύει τη συλλογή ή/και την επαλήθευση των πληροφοριών, το συμμετέχον κράτος μέλος στο οποίο ευρίσκονται οι σχετικές εγκαταστάσεις παρέχει την αναγκαία συνδρομή, κυρίως εξασφαλίζοντας την πρόσβαση στα γραφεία του ιδρύματος, προκειμένου να ασκηθούν τα προαναφεθέντα δικαιώματα.

4. Η ΕΚΤ μπορεί να αναθέτει στις εθνικές κεντρικές τράπεζες την εκτέλεση των καθηκόντων στα οποία αναφέρονται οι ανωτέρω παράγραφοι. Σύμφωνα με το άρθρο 34.1 πρώτη περίπτωση του καταστατικού, η ΕΚΤ έχει το δικαίωμα να καθορίζει περαιτέρω με κανονισμό τους όρους υπό τους οποίους πρέπει να ασκείται το δικαίωμα της επαλήθευσης.

Άρθρο 7

Κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης

1. Σε περίπτωση που ένα ίδρυμα δεν εκπληρώνει καθόλου ή εν μέρει την υποχρέωση διατήρησης ελάχιστων αποθεματικών βάσει του παρόντος κανονισμού και των συναφών κανονισμών ή αποφάσεων της ΕΚΤ, η ΕΚΤ μπορεί να επιβάλλει μία από τις ακόλουθες κυρώσεις:

α) καταβολή τόκου με επιτόκιο έως 5 ποσοστιαίες μονάδες άνω του επιτοκίου οριακής χρηματοδότησης του ΕΣΚΤ ή το διπλάσιο του επιτοκίου οριακής χρηματοδότησης του ΕΣΚΤ, εφαρμοζόμενο και στις δύο περιπτώσεις επί του ποσού των ελάχιστων αποθεματικών το οποίο το ίδρυμα δεν διατήρησε 7

β) την υποχρέωση το ενδιαφερόμενο ίδρυμα να ανοίξει μη τοκοφόρο κατάθεση στην ΕΚΤ ή στην εθνική κεντρική τράπεζα έως και το τριπλάσιο του ποσού των ελάχιστων αποθεματικών το οποίο το ίδρυμα δεν διατήρησε. Η προθεσμία λήξης της κατάθεσης ταυτίζεται με την περίοδο κατά την οποία το ίδρυμα παραλείπει να διατηρήσει τα ελάχιστα αποθεματικά.

2. Στις περιπτώσεις που επιβάλλεται κύρωση σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1, οι αρχές και οι διαδικασίες που θεσπίζονται από τον κανονισμό (ΕΚ) του Συμβουλίου σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων εφαρμόζονται με τις ακόλουθες τροποποιήσεις:

α) η ΕΚΤ κοινοποιεί γραπτώς στο ίδρυμα την απόφαση της εκτελεστικής της Επιτροπής 7

β) το άρθρο 2 παράγραφοι 1 και 3, και το άρθρο 3 παράγραφοι 1, 2, 3 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) του Συμβουλίου σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων δεν εφαρμόζονται και οι περίοδοι που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 5, 6 και 7 του ίδιου κανονισμού μειώνονται στις δεκαπέντε ημέρες.

3. Σε περίπτωση που ένα ίδρυμα δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό ή τους συναφείς κανονισμούς ή αποφάσεις της ΕΚΤ, εκτός των υποχρεώσεων που ορίζονται στην παράγραφο 1 ανωτέρω, οι σχετικές κυρώσεις, τα όρια και οι όροι που συνδέονται με αυτή την επιβολή κυρώσεων καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) του Συμβουλίου σχετικά με τις εξουσίες της ΕΚΤ για επιβολή κυρώσεων.

Άρθρο 8

Τελικές διατάξεις

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 1999.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός στο σύνολό του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Επάνω