EUR-Lex Πρόσβαση στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επιστροφή στην αρχική σελίδα του EUR-Lex

Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex

Έγγραφο 52010AB0005

Γνώμη της ευρωπαϊκής κεντρικήσ τράπεζας, της 8ης Ιανουαρίου 2010 , αναφορικά με τρεις προτάσεις κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (CON/2010/5)

ΕΕ C 13 της 20.1.2010, σ. 1 έως 9 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

20.1.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 13/1


ΓΝΏΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 8ης Ιανουαρίου 2010

αναφορικά με τρεις προτάσεις κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών

(CON/2010/5)

2010/C 13/01

Εισαγωγή και νομική βάση

Στις 6 Οκτωβρίου 2009 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έλαβε αίτημα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διατύπωση γνώμης σχετικά με: 1) πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (1) (εφεξής ο «προτεινόμενος κανονισμός ΕΑΤ»· 2) πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής (Αρχής) Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (2) (εφεξής ο «προτεινόμενος κανονισμός ΕΑΑΕΣ») και 3) πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (3) (εφεξής ο «προτεινόμενος κανονισμός ΕΑΚΑΑ»).

Η αρμοδιότητα της ΕΚΤ για τη διατύπωση γνώμης για καθέναν από τους τρεις προτεινόμενους κανονισμούς (εφεξής οι «προτεινόμενοι κανονισμοί») βασίζεται στα άρθρα 127 παράγραφος 4 και 282 παράγραφος 5 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς οι προτεινόμενοι κανονισμοί περιέχουν διατάξεις που επηρεάζουν τη συμβολή του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) στην ομαλή άσκηση πολιτικών που αφορούν στην προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 127 παράγραφος 5 της συνθήκης. Δεδομένου ότι τα τρία κείμενα αφορούν στη σύσταση τριών νέων Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών (ΕΕΑ) που θα αποτελέσουν τμήμα του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας (ΕΣΧΕ), η ΕΚΤ προέβη, για λόγους απλούστευσης, στην έκδοση ενιαίας γνώμης για τους προτεινόμενους κανονισμούς.

Οι παρατηρήσεις που περιέχονται στην παρούσα γνώμη πρέπει να αναγνωστούν σε συνδυασμό με τη γνώμη CON/2009/88 της ΕΚΤ της 26ης Οκτωβρίου 2009 αναφορικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την κοινοτική μακροπροληπτική εποπτεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου και με πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσον αφορά τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (εφεξής ο «προτεινόμενος κανονισμός ΕΣΣΚ» και η «προτεινόμενη απόφαση ΕΣΣΚ», αντίστοιχα)· οι εν λόγω δύο προτάσεις αποτελούν μέρος της δέσμης νομοθετικών διατάξεων για την αναμόρφωση της εποπτείας του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού τομέα, την οποία υιοθέτησε η Επιτροπή στις 23 Σεπτεμβρίου 2009 (4).

Επιπλέον, οι παρούσες παρατηρήσεις δεν επηρεάζουν τη γνώμη που η ΕΚΤ θα διατυπώσει στο μέλλον σχετικά με τις προτεινόμενες από την Επιτροπή τροποποιήσεις στη νομοθεσία του χρηματοπιστωτικού τομέα της Κοινότητας, ως αναγκαίο συμπλήρωμα στην ανωτέρω αναφερόμενη δέσμη νομοθετικών διατάξεων (εφεξής η «προτεινόμενη οδηγία Omnibus») (5) και πιθανών άλλων γνωμών της ΕΚΤ σχετικά με νομοθετικές προτάσεις υιοθετούμενες στο πλαίσιο της εν λόγω δέσμης.

Τα καλυπτόμενα με την παρούσα γνώμη ζητήματα περιορίζονται σε όσα αφορούν τη σύσταση και λειτουργία των ΕΕΑ που σχετίζονται άμεσα με την ΕΚΤ/το ΕΣΚΤ και με το ΕΣΣΚ.

Η παρούσα γνώμη εκδόθηκε από το διοικητικό συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 17.5 πρώτη πρόταση του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Γενικές παρατηρήσεις

Το προτεινόμενο θεσμικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εποπτεία

1.

Οι προτεινόμενοι κανονισμοί αποτελούν μέρος μιας συνολικής αναθεώρησης του θεσμικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εποπτεία, που περιλαμβάνει την ενίσχυση της μικροπροληπτικής εποπτείας μέσω της σύστασης των ΕΕΑ, καθώς και τον ορισμό του ΕΣΣΚ ως νέου ανεξάρτητου σώματος, υπεύθυνου για την διαφύλαξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας με τη διεξαγωγή μακροπροληπτικής εποπτείας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με την απονομή ειδικών αρμοδιοτήτων στην ΕΚΤ που συνδέονται με τα ζητήματα αυτά, επί τη βάσει του άρθρου 127 παράγραφος 6 της συνθήκης. Η ΕΚΤ γενικά επικροτεί το προτεινόμενο θεσμικό πλαίσιο. Εν προκειμένω, η ΕΚΤ σημειώνει ότι το Συμβούλιο Ecofin συμφώνησε στις 2 Δεκεμβρίου 2009 σε μια γενική προσέγγιση σχετικά με το προτεινόμενο πλαίσιο (6).

Οι ΕΕΑ και η προσέγγιση των νομοθεσιών στο χρηματοπιστωτικό τομέα

2.

Στις 18-19 Ιουνίου 2009, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο απαίτησε την υιοθέτηση ενός ενιαίου ευρωπαϊκού εγχειριδίου εφαρμοστέου σε όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα εντός της ενιαίας αγοράς (7). Οι προτεινόμενοι κανονισμοί αντανακλούν την ανάγκη εισαγωγής ενός αποτελεσματικού μέσου για τη θέσπιση εναρμονισμένων τεχνικών κανόνων στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ώστε να εξασφαλιστούν, μέσω ενός ενιαίου εγχειριδίου, ισότιμοι όροι ανταγωνισμού και επαρκής προστασία των καταθετών, των επενδυτών και των καταναλωτών στην Ευρώπη (8). Η ΕΚΤ επικροτεί αυτή την προσέγγιση λαμβανομένης υπόψη της από μακρού υποστήριξής της για εκπόνηση ενός ενιαίου εγχειριδίου για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες της ΕΕ. Επιπλέον, οι ΕΕΑ ως σώματα με υψηλή εξειδίκευση, είναι σε θέση να συνδράμουν στη διαδικασία για την εναρμόνιση στον χρηματοπιστωτικό τομέα, συμβάλλοντας στην καθιέρωση κοινών ρυθμιστικών και εποπτικών πρακτικών υψηλής ποιότητας, ιδίως με γνωμοδοτήσεις προς τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και με την ανάπτυξη κατευθυντήριων γραμμών, συστάσεων και σχεδίων τεχνικών κανόνων (9).

Ειδικές παρατηρήσεις

Σχέση ανάμεσα στις ΕΕΑ και το ΕΣΣΚ

3.

Η ΕΚΤ στηρίζει σθεναρά τις δραστικές θεσμικές ρυθμίσεις για τη συνεργασία μεταξύ των ΕΕΑ και του ΕΣΣΚ. Αυτό απαιτεί αποτελεσματικές διαδικασίες ανταλλαγής πληροφοριών προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή διάδραση της εποπτείας στο μακροπροληπτικό και στο μικροπροληπτικό επίπεδο και η έγκαιρη πρόσβαση του ΕΣΣΚ σε όλες τις σχετικές πληροφορίες που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων του, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σε μικροπροληπτικό επίπεδο που αφορούν την μακροπροληπτική ανάλυση (10). Από αυτή την άποψη, η ΕΚΤ σημειώνει ότι ένα από τα κύρια καθήκοντα των ΕΕΑ θα αφορά τη συνεργασία με το ΕΣΣΚ, κυρίως με την παροχή προς αυτό των αναγκαίων πληροφοριών για την επίτευξη των καθηκόντων του (11). Στο πλαίσιο αυτό, μολονότι η ΕΚΤ επικροτεί το γεγονός ότι οι προτεινόμενοι κανονισμοί προβλέπουν την άμεση συμμετοχή του ΕΣΣΚ στο νέο μικροπροληπτικό θεσμικό πλαίσιο, προτείνει εντούτοις μια τροποποίηση με σκοπό τη διασφάλιση της απομάκρυνσης των όποιων εμποδίων στην ομαλή ροή πληροφοριών ανάμεσα στο ΕΣΣΚ και το ΕΣΧΕ (βλ. σχετικά την προτεινόμενη τροποποίηση 7). Οι προτεινόμενοι αυτοί κανόνες για την ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών κατά τους προτεινόμενους κανονισμούς θα συμπληρώσουν τους λοιπούς κανόνες της ΕΕ σχετικά με τα εν λόγω ζητήματα, συμπεριλαμβανομένου του προτεινόμενου κανονισμού ΕΣΣΚ.

Σχέση ανάμεσα στις ΕΕΑ και το ΕΣΚΤ

4.

Σύμφωνα με το άρθρο 127 παράγραφος 5 της συνθήκης, η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ), δεδομένων των αρμοδιοτήτων τους και της τεχνικής τους εμπειρίας, συμμετέχουν άμεσα στην τρέχουσα χρηματοπιστωτική αρχιτεκτονική της ΕΕ. Οι προτεινόμενοι κανονισμοί θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν επαρκή θεσμική ανάμειξη και συμμετοχή της ΕΚΤ και, όπου αυτό απαιτείται, των ΕθνΚΤ του ΕΣΚΤ, όσον αφορά τις ΕΕΑ και τις νεοσυσταθείσες επιτροπές.

5.

Ειδικότερα, η συμμετοχή του ΕΣΚΤ στα συστήματα πληρωμών, εκκαθάρισης και διακανονισμού αντανακλά το καθήκον που του ανατίθεται από το άρθρο 127 παράγραφος 2 της συνθήκης για προώθηση της «ομαλής λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών». Οι ασφαλείς και αποτελεσματικές υποδομές για τη διαδικασία μετά τη διαπραγμάτευση όσον αφορά τις αγορές κινητών αξιών αποτελούν ουσιώδες συστατικό του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ενώ η όποια δυσλειτουργία των συστημάτων εκκαθάρισης και διακανονισμού τίτλων μπορεί να επιφέρει σοβαρές συστημικές επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών, καθώς και στην χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Υπό το φως των καθηκόντων επίβλεψης των κεντρικών τραπεζών που αφορούν τα συστήματα πληρωμών, εκκαθάρισης και διακανονισμού είναι αναγκαία η αποτελεσματική συνεργασία ανάμεσα στις κεντρικές τράπεζες, υπό την αρμοδιότητά τους όσον αφορά την επίβλεψη, και των εποπτικών αρχών (12).

6.

Τα πρόσφατα γεγονότα κατέδειξαν ότι σε καταστάσεις κρίσεως μπορεί να απαιτηθεί η ευρεία συμμετοχή των κεντρικών τραπεζών ως προμηθευτών ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα. Αυτό συμβαίνει ειδικά όταν η κρίση δημιουργείται από γεγονότα που σχετίζονται με τις συνθήκες ρευστότητας στις αγορές χρήματος ή/και με τη λειτουργία των συστημάτων πληρωμών, ή διακανονισμού τίτλων (13).

Στο πλαίσιο αυτό, η πρόσβαση της κεντρικής τράπεζας σε εποπτικές πληροφορίες για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μπορεί να συνδέεται με τη διεξαγωγή της μακροπροληπτικής παρακολούθησης, την επίβλεψη των συστημάτων πληρωμών, εκκαθάρισης και διακανονισμού και την εν γένει διαφύλαξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας (14). Παρά το γεγονός ότι ήδη υφίστανται δίαυλοι ανταλλαγής πληροφοριών στο πλαίσιο της νομοθεσίας του χρηματοπιστωτικού τομέα της ΕΕ ανάμεσα στις αρμόδιες αρχές και τις κεντρικές τράπεζες (15), θα πρέπει να διασφαλιστεί, τόσο για ουσιαστικούς λόγους όσο και για λόγους συνοχής, η πρόβλεψη στους προτεινόμενους κανονισμούς αντίστοιχων ρυθμίσεων όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών ανάμεσα στις ΕΕΑ και στο ΕΣΚΤ κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Οι ΕΕΑ και η συμμόρφωση με την απαγόρευση της νομισματικής χρηματοδότησης

7.

Όταν κατά την εθνική νομοθεσία μια ΕθνΚΤ αποτελεί την αρμόδια αρχή για την εποπτεία των πιστωτικών ή/και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, η εκτέλεση από την ΕθνΚΤ του εν λόγω καθήκοντος δεν μπορεί να αποτελέσει απαγορευμένη νομισματική χρηματοδότηση κατά το άρθρο 123 της συνθήκης. Στο μέτρο που η χρηματοδότηση κάθε ΕΕΑ αποτελείται, ειδικά, από υποχρεωτικές εισφορές των εθνικών αρχών οι οποίες είναι αρμόδιες για την εποπτεία των πιστωτικών ή/και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (16), δεν αντίκειται στην απαγόρευση της νομισματικής χρηματοδότησης η εκ μέρους μιας ΕθνΚΤ εισφορά στα έσοδα της ΕΕΑ, που υπό τις συνθήκες αυτές, θα αποτελούσε απλά τη χρηματοδότηση από την ΕθνΚΤ της εκτέλεσης των εποπτικών της καθηκόντων.

Προτάσεις διατύπωσης

Όπου η ΕΚΤ συνιστά την τροποποίηση των προτεινόμενων κανονισμών, τίθεται συγκεκριμένη πρόταση διατύπωσης [βασιζόμενη στο κείμενο του προτεινόμενου κανονισμού ΕΑΤ (17)] στο παράρτημα, συνοδευόμενη από τη σχετική αιτιολογία.

Φρανκφούρτη, 8 Ιανουαρίου 2010.

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ

Jean-Claude TRICHET


(1)  COM(2009) 0501 τελικό.

(2)  COM(2009) 0502 τελικό.

(3)  COM(2009) 0503 τελικό.

(4)  Μετά την έναρξη ισχύος της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ») την 1η Δεκεμβρίου 2009, η νέα νομική βάση για τους προτεινόμενους κανονισμούς και για τον προτεινόμενο κανονισμό ΕΣΣΚ είναι το άρθρο 114 ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 95 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας («ΣΕΚ»)). Η νέα νομική βάση για την προτεινόμενη απόφαση ΕΣΣΚ είναι το άρθρο 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 105 παράγραφος 6 ΣΕΚ), πράγμα που συνεπάγεται τη μελλοντική τροπή της προτεινόμενης απόφασης ΕΣΣΚ σε κανονισμό.

(5)  Η γνώμη της ΕΚΤ ζητήθηκε επίσημα από το Συμβούλιο στις 25 Νοεμβρίου 2009 σχετικά με πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 1998/26/ΕΚ, 2002/87/ΕΚ, 2003/6/ΕΚ, 2003/41/ΕΚ, 2003/71/ΕΚ, 2004/39/ΕΚ, 2004/109/ΕΚ, 2005/60/ΕΚ, 2006/48/ΕΚ, 2006/49/ΕΚ, και 2009/65/ΕΚ όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, COM(2009) 0576 τελικό.

(6)  Βλ. πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ) — συμβιβαστικό έγγραφο της προεδρίας που συμφωνήθηκε από το Συμβούλιο Ecofin (2009/0142(COD) — 16748/1/09 REV1), πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής [Αρχής] Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ), συμβιβαστικό έγγραφο της προεδρίας (2009/0143(COD) — 16749/1/09 REV1) και πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ), συμβιβαστικό έγγραφο της προεδρίας (2009/0144(COD) — 16751/1/09 REV1).

(7)  Βλ. τα συμπεράσματα της προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 18ης και 19ης Ιουνίου 2009, σ. 8 και τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Ecofin της 9ης Ιουνίου 2009, διαθέσιμα στον δικτυακό τόπο http://www.europa.eu

(8)  Βλ. αιτιολογική σκέψη 14 του προτεινόμενου κανονισμού ΕΑΤ, αιτιολογική σκέψη 14 του προτεινόμενου κανονισμού ΕΑΚΑΑ και αιτιολογική σκέψη 13 του προτεινόμενου κανονισμού ΕΑΑΕΣ.

(9)  Βλ. άρθρο 6 παράγραφος 1 σημείο α) των προτεινόμενων κανονισμών.

(10)  Σχετικά βλ. την έκθεση της ομάδας εμπειρογνωμόνων υψηλού επιπέδου de Larosière για τη χρηματοπιστωτική εποπτεία στην ΕΕ του Φεβρουαρίου 2009, την ανακοίνωση της Επιτροπής της 27ης Μαΐου 2009 για την Ευρωπαϊκή χρηματοπιστωτική εποπτεία [COM(2009) 0252 τελικό], τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Ecofin της 9ης Ιουνίου 2009 και τους προτεινόμενους κανονισμούς (παράγραφοι 6.2.2 και 6.3 της αιτιολογικής έκθεσης του προτεινόμενου κανονισμού ΕΑΤ και αντίστοιχες παράγραφοι στις αιτιολογικές εκθέσεις των άλλων δύο προτεινόμενων κανονισμών).

(11)  Βλ., για παράδειγμα, το άρθρο 6 παράγραφος 1 σημείο δ) των προτεινόμενων κανονισμών.

(12)  Βλ. έκθεση με τίτλο «Eurosystem Oversight Report 2009», Νοέμβριος 2009, διαθέσιμη στο δικτυακό τόπο: http://www.ecb.europa.eu

(13)  Σχετικά βλ. το μνημόνιο συνεννόησης σχετικά με τη συνεργασία ανάμεσα στις αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας, τις κεντρικές τράπεζες και τα υπουργεία οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη διασυνοριακή σταθερότητα, Ιούνιος 2008, διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο http://www.ecb.europa.eu

(14)  Σχετικά βλ. τις παραγράφους 2.1 έως 2.4 της γνώμης CON/2006/15 της ΕΚΤ της 9ης Μαρτίου 2006 κατόπιν αιτήματος του υπουργού οικονομικών της Πολωνίας σχετικά με σχέδιο νόμου για την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Επίσης βλ. τις παραγράφους 13 έως 15 της γνώμης CON/2009/17 της ΕΚΤ της 5ης Μαρτίου 2009, κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2006/48 και 2006/49/ΕΚ όσον αφορά τράπεζες συνδεδεμένες με κεντρικούς οργανισμούς, ορισμένα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, τις εποπτικές ρυθμίσεις και τη διαχείριση κρίσεων.

(15)  Βλ. λ.χ., το άρθρο 12 της οδηγίας 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων επενδύσεων χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων και για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 73/239/ΕΟΚ, 79/267/ΕΟΚ, 92/49/ΕΟΚ, 92/96/ΕΟΚ, 93/6/ΕΟΚ και 93/22/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 98/78/ΕΚ και 2000/12/ΕΚ (ΕΕ L 35 της 11.2.2003, σ. 1), το άρθρο 58 παράγραφος 5 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Απριλίου 2004 για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1), το άρθρο 49 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2006 σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 1), και άρθρο 70 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2009 σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα ΙΙ) (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1).

(16)  Βλ. άρθρο 48 παράγραφος 1 σημείο α) των προτεινόμενων κανονισμών.

(17)  Με την εξαίρεση των τριών τελευταίων τροποποιήσεων, καθόσον οι τροποποιήσεις 11 και 12 αφορούν στον προτεινόμενο κανονισμό ΕΑΚΑΑ και η τροποποίηση 13 αφορά στους προτεινόμενους κανονισμούς ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ. Οι τροποποιήσεις 9 και 10 αφορούν μόνο στον προτεινόμενο κανονισμό ΕΑΤ.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Προτάσεις διατύπωσης  (1):

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροποποιήσεις που προτείνει η ΕΚΤ (2)

Τροποποίηση 1

Αιτιολογική σκέψη 21 των προτεινόμενων κανονισμών ΕΑΤ και ΕΑΚΑΑ και αιτιολογική σκέψη 20 του προτεινόμενου κανονισμού ΕΑΑΕΣ

Αιτιολογική σκέψη 21

«21.

Οι σοβαρές απειλές για τη εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Κοινότητα απαιτούν ταχεία και εναρμονισμένη απόκριση σε κοινοτικό επίπεδο. Επομένως, η Αρχή πρέπει να μπορεί να ζητεί από τις εθνικές εποπτικές αρχές να προβαίνουν σε συγκεκριμένες ενέργειες για την αντιμετώπιση κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Επειδή ο προσδιορισμός μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης συνεπάγεται σημαντικό βαθμό διακριτικής ευχέρειας, την εξουσία αυτή πρέπει να ασκεί η Επιτροπή. Για την εξασφάλιση αποτελεσματικής αντίδρασης στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης, σε περίπτωση παράλειψης των αρμόδιων εθνικών εποπτικών αρχών, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να εκδώσει, ως έσχατη λύση, αποφάσεις απευθυνόμενες άμεσα προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για τομείς του κοινοτικού δικαίου οι οποίοι ισχύουν άμεσα για αυτά, με στόχο την άμβλυνση των επιπτώσεων της κρίσης και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις αγορές.»

Αιτιολογική σκέψη 21

«(21)

Οι σοβαρές απειλές για τη εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Κοινότητα απαιτούν ταχεία και εναρμονισμένη απόκριση σε κοινοτικό επίπεδο. Επομένως, η Αρχή πρέπει να μπορεί να ζητεί από τις εθνικές εποπτικές αρχές να προβαίνουν σε συγκεκριμένες ενέργειες για την αντιμετώπιση κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Επειδή ο προσδιορισμός μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης συνεπάγεται σημαντικό βαθμό διακριτικής ευχέρειας, την εξουσία αυτή πρέπει να ασκεί η Επιτροπή. Για την εξασφάλιση αποτελεσματικής αντίδρασης στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης, σε περίπτωση παράλειψης των αρμόδιων εθνικών εποπτικών αρχών, η Αρχή πρέπει να έχει την εξουσία να εκδώσει, ως έσχατη λύση, αποφάσεις απευθυνόμενες άμεσα προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για τομείς του κοινοτικού δικαίου οι οποίοι ισχύουν άμεσα για αυτά, με στόχο την άμβλυνση των επιπτώσεων της κρίσης και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις αγορές. Τούτο τελεί υπό την επιφύλαξη της αρμοδιότητας των κεντρικών τραπεζών του ΕΣΚΤ σχετικά με τη λήψη αποφάσεων για την επείγουσα παροχή ρευστότητας σε μεμονωμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, σύμφωνα με το καθήκον των κεντρικών τραπεζών να συμβάλλουν στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.»

Αιτιολογική βάση:

Στις αποφάσεις που σε επείγουσες καταστάσεις εκδίδονται από τις ΕΕΑ και απευθύνονται προς τις αρμόδιες αρχές ή/και προς μεμονωμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι υποχρεώσεις των κεντρικών τραπεζών του ΕΣΚΤ για την επείγουσα παροχή ρευστότητας.

Τροποποίηση 2

Αιτιολογική σκέψη 31α των προτεινόμενων κανονισμών ΕΑΤ και ΕΑΚΑΑ και αιτιολογική σκέψη 30α του προτεινόμενου κανονισμού ΕΑΑΕΣ (νέο)

Δεν υπάρχει κείμενο.

Αιτιολογική σκέψη 31α/30α

«(31a)/(30a)

Ειδικά σε επείγουσες καταστάσεις συντρέχει ανάγκη για στενή συνεργασία της Αρχής με την ΕΚΤ και τις κεντρικές τράπεζες της ΕΕ, καθώς επίσης μπορεί να είναι απαραίτητη η πρόσβαση των κεντρικών τραπεζών σε πληροφορίες προληπτικής εποπτείας. Επομένως, η Αρχή δεν θα πρέπει να εμποδίζεται στην ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών με την ΕΚΤ και τις ΕθνΚΤ του ΕΣΚΤ, όταν οι πληροφορίες αυτές αναφέρονται στην εκτέλεση των καθηκόντων τους, συμπεριλαμβανομένης της άσκησης της νομισματικής πολιτικής και της συναφούς παροχής ρευστότητας, της επίβλεψης των συστημάτων πληρωμών, εκκαθάρισης και διακανονισμού και της διαφύλαξης της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.»

Αιτιολογική βάση:

Για τους λόγους που αναπτύχθηκαν στις παραγράφους 4 έως 6 της παρούσας γνώμης και σύμφωνα με την υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, οι προτεινόμενοι κανονισμοί πρέπει να αναφέρονται ρητώς στο καθήκον των ΕΕΑ για συνεργασία με την ΕΚΤ και τις ΕθνΚΤ του ΕΣΚΤ καθώς και στην ανάγκη για εξασφάλιση των κατάλληλων διαύλων ανταλλαγής πληροφοριών.

Τροποποίηση 3

Άρθρο 6 παράγραφος 1 των προτεινόμενων κανονισμών

Άρθρο 6

«1.   Η Αρχή αναλαμβάνει τα ακόλουθα καθήκοντα:

[…]

δ)

συνεργάζεται στενά με το ΕΣΣΚ, μεταξύ άλλων παρέχοντας στο ΕΣΣΚ τις απαραίτητες πληροφορίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων του και διασφαλίζοντας σωστή παρακολούθηση των προειδοποιήσεων και των συστάσεων του ΕΣΣΚ·»

Άρθρο 6

«1.   Η Αρχή αναλαμβάνει τα ακόλουθα καθήκοντα:

[…]

(δ)

συνεργάζεται στενά με την ΕΚΤ και, όπου κρίνεται σκόπιμο, με τις ΕθνΚΤ του ΕΣΚΤ, ιδίως παρέχοντάς τους τις απαραίτητες πληροφορίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία της ΕΕ·

ε)

συνεργάζεται στενά με το ΕΣΣΚ, μεταξύ άλλων παρέχοντας στο ΕΣΣΚ τις απαραίτητες πληροφορίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων του και διασφαλίζοντας σωστή παρακολούθηση των προειδοποιήσεων και των συστάσεων του ΕΣΣΚ·»

Αιτιολογική βάση:

Για τους λόγους που αναπτύχθηκαν στις παραγράφους 4 έως 6 της παρούσας γνώμης και σύμφωνα με την υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, οι προτεινόμενοι κανονισμοί πρέπει να αναφέρονται ρητώς στο καθήκον της Αρχής για στενή συνεργασία με την ΕΚΤ και, όπου κρίνεται σκόπιμο, τις ΕθνΚΤ του ΕΣΚΤ και για την παροχή σε αυτές των σχετικών πληροφοριών, εφόσον οι εν λόγω πληροφορίες είναι απαραίτητες για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους.

Τροποποίηση 4

Άρθρο 10 παράγραφος 1 των προτεινόμενων κανονισμών

Άρθρο 10

«1.   Σε περίπτωση αντίξοων εξελίξεων, οι οποίες μπορούν να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιτότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα ολόκληρου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Κοινότητα, η Επιτροπή, κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας ή μετά από αίτημα της Αρχής, του Συμβουλίου ή του ΕΣΣΚ, μπορεί να εκδώσει απόφαση απευθυνόμενη προς την Αρχή, όπου ορίζει την ύπαρξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.»

Άρθρο 10

«1.   Σε περίπτωση αντίξοων εξελίξεων, οι οποίες μπορούν να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιτότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα ολόκληρου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Κοινότητα, η Επιτροπή, κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας ή μετά από αίτημα της Αρχής, του Συμβουλίου, της ΕΚΤ ή του ΕΣΣΚ, μπορεί, κατόπιν διαβούλευσης με το Συμβούλιο, την ΕΚΤ, το ΕΣΣΚ και, όπου κρίνεται σκόπιμο, με τις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, να εκδώσει απόφαση απευθυνόμενη προς την Αρχή, όπου ορίζει την ύπαρξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.»

Αιτιολογική βάση:

Για τους λόγους που αναπτύχθηκαν στις παραγράφους 4 έως 6 της παρούσας γνώμης, η ΕΚΤ πρέπει να περιλαμβάνεται στον κατάλογο των αρχών που νομιμοποιούνται να διατυπώνουν αιτήματα προς την Επιτροπή για την έκδοση αποφάσεων που ορίζουν την ύπαρξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης, καθώς και στον κατάλογο των αρχών των οποίων πρέπει να ζητείται η γνώμη πριν από την έκδοση των εν λόγω αποφάσεων. Η αιτιολογική σκέψη 21 των προτεινόμενων κανονισμών ΕΑΤ και ΕΑΚΑΑ και η αιτιολογική σκέψη 20 του προτεινόμενου κανονισμού ΕΑΑΕΣ πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως

Τροποποίηση 5

Άρθρο 16 των προτεινόμενων κανονισμών

Άρθρο 16

Λειτουργία συντονισμού

«Η Αρχή διαδραματίζει γενικό συντονιστικό ρόλο μεταξύ αρμόδιων εθνικών αρχών, συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων κατά τις οποίες αντίξοες εξελίξεις ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιτότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Κοινότητα.

Η Αρχή προάγει τη συντονισμένη κοινοτική απόκριση, μεταξύ άλλων με:

[…]

(4)

την τήρηση του ΕΣΣΚ ενήμερου σχετικά με κάθε δυνητική κατάσταση έκτακτης ανάγκης, χωρίς καθυστέρηση.»

Άρθρο 16

Λειτουργία συντονισμού

«Η Αρχή διαδραματίζει γενικό συντονιστικό ρόλο μεταξύ αρμόδιων εθνικών αρχών, συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων κατά τις οποίες αντίξοες εξελίξεις ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιτότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Κοινότητα.

Η Αρχή προάγει τη συντονισμένη κοινοτική απόκριση, μεταξύ άλλων με:

[…]

(4)

την τήρηση της ΕΚΤ και του ΕΣΣΚ ενήμερων σχετικά με κάθε δυνητική κατάσταση έκτακτης ανάγκης, χωρίς καθυστέρηση, συμπεριλαμβανομένων τυχόν αποφάσεων που εκδίδονται από την Επιτροπή και την Αρχή κατά το άρθρο 10.»

Αιτιολογική βάση:

Για τους λόγους που αναπτύχθηκαν στις παραγράφους 4 έως 6 της παρούσας γνώμης, η ΕΚΤ πρέπει να ενημερώνεται από τις ΕΕΑ σχετικά με κάθε δυνητική κατάσταση έκτακτης ανάγκης χωρίς καθυστέρηση (συμπεριλαμβανομένων τυχόν αποφάσεων που εκδίδονται από την Επιτροπή και τις ΕΕΑ κατά το άρθρο 10 των προτεινόμενων κανονισμών).

Τροποποίηση 6

Άρθρο 41 παράγραφος 2 των προτεινόμενων κανονισμών

Άρθρο 41

«2.   Στις συνεδριάσεις της Μικτής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών καθώς και των υποεπιτροπών που αναφέρονται στο άρθρο 43 προσκαλούνται ως παρατηρητές ο εκτελεστικός διευθυντής, η Επιτροπή και το ΕΣΣΚ.»

Άρθρο 41

«2.   Στις συνεδριάσεις της Μικτής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών καθώς και των υποεπιτροπών που αναφέρονται στο άρθρο 43 προσκαλούνται ως παρατηρητές ο εκτελεστικός διευθυντής, η Επιτροπή, η ΕΚΤ και το ΕΣΣΚ.»

Αιτιολογική βάση:

Η Μικτή Επιτροπή θα ασχολείται με ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος για όλες τις αρχές. Λειτουργεί ως βάση για τη συζήτηση ζητημάτων που ενδιαφέρουν τόσο τις κεντρικές τράπεζες όσο και τις ΕΕΑ, όπως αυτά που σχετίζονται με τις υποδομές της αγοράς και τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων. Ενδείκνυται επομένως να συμπεριληφθεί η ΕΚΤ ως παρατηρητής στη Μικτή Επιτροπή. Επιπλέον, η συμμετοχή της ΕΚΤ στην υποεπιτροπή για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων ευθυγραμμίζεται με τις τρέχουσες θεσμικές ρυθμίσεις σύμφωνα με τις οποίες η ΕΚΤ παρίσταται στις συνεδριάσεις της Μικτής Επιτροπής για τους Χρηματοπιστωτικούς Ομίλους Ετερογενών Δραστηριοτήτων και της Προσωρινής Επιτροπής για τους Χρηματοπιστωτικούς Ομίλους Ετερογενών Δραστηριοτήτων.

Τροποποίηση 7

Άρθρο 56 παράγραφος 3 των προτεινόμενων κανονισμών

Άρθρο 56

«3.   Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εμποδίζουν την αρχή να ανταλλάσσει πληροφορίες με εθνικές εποπτικές αρχές σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και με τη λοιπή κοινοτική νομοθεσία που ισχύει για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

Οι πληροφορίες αυτές υπόκεινται στους όρους για το επαγγελματικό απόρρητο που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2. Στον εσωτερικό κανονισμό της η Αρχή ορίζει τις πρακτικές ρυθμίσεις για την εφαρμογή των κανόνων εμπιστευτικότητας που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.»

Άρθρο 56

«3.   Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εμποδίζουν την αρχή να ανταλλάσσει πληροφορίες με εθνικές εποπτικές αρχές, το ΕΣΚΤ και το ΕΣΣΚ σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και με τη λοιπή κοινοτική νομοθεσία που ισχύει για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

Οι πληροφορίες αυτές υπόκεινται στους όρους για το επαγγελματικό απόρρητο που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2. Στον εσωτερικό κανονισμό της η Αρχή ορίζει τις πρακτικές ρυθμίσεις για την εφαρμογή των κανόνων εμπιστευτικότητας που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.»

Αιτιολογική βάση:

Για τους λόγους που αναπτύχθηκαν στις παραγράφους 3 έως 6 της παρούσας γνώμης, το ΕΣΣΚ και το ΕΣΚΤ δεν πρέπει να εμποδίζονται να συμμετέχουν στην ανταλλαγή πληροφοριών προληπτικής εποπτείας.

Τροποποίηση 8

Άρθρο 66 παράγραφος 1 των προτεινόμενων κανονισμών

Άρθρο 66

«1.   Εντός τριών ετών από την ημερομηνία που ορίζεται στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 67 και ανά τριετία στη συνέχεια, η Επιτροπή εκδίδει γενική έκθεση σχετικά με την πείρα που αποκτήθηκε ως αποτέλεσμα της λειτουργίας της Αρχής και των διαδικασιών που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. […]»

Άρθρο 66

«1.   Εντός τριών ετών από την ημερομηνία που ορίζεται στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 67 και ανά τριετία στη συνέχεια, αφού έχει λάβει τη γνώμη των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, του ΕΣΣΚ και της ΕΚΤ, η Επιτροπή εκδίδει γενική έκθεση σχετικά με την πείρα που αποκτήθηκε ως αποτέλεσμα της λειτουργίας της Αρχής και των διαδικασιών που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. […]»

Αιτιολογική βάση:

Συναφής ρήτρα αναθεώρησης περιλαμβάνεται στον προτεινόμενο κανονισμό του ΕΣΣΚ που συμφωνήθηκε από το Συμβούλιο Ecofin στις 20 Οκτωβρίου 2009 (άρθρο 20)  (3).

Τροποποίηση 9

Άρθρο 25 του προτεινόμενου κανονισμού ΕΑΤ

Άρθρο 25

«Σύνθεση

1.   Το συμβούλιο εποπτών συγκροτείται από:

α)

τον πρόεδρο, ο οποίος δεν έχει δικαίωμα ψήφου·

β)

τον επικεφαλής της εθνικής δημόσιας αρχής που είναι αρμόδια για την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων σε κάθε κράτος μέλος·

γ)

έναν εκπρόσωπο της Επιτροπής, ο οποίος δεν έχει δικαίωμα ψήφου·

δ)

έναν εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο οποίος δεν έχει δικαίωμα ψήφου·

(ε)

έναν εκπρόσωπο του ΕΣΣΚ, ο οποίος δεν έχει δικαίωμα ψήφου·

στ)

έναν εκπρόσωπο καθεμιάς από τις άλλες δυο Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, χωρίς δικαίωμα ψήφου.

2.   Κάθε αρμόδια αρχή είναι υπεύθυνη για τον ορισμό ενός αναπληρωματικού μέλους υψηλού επιπέδου, το οποίο μπορεί να αντικαθιστά το μέλος του συμβουλίου εποπτών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σημείο β) σε περίπτωση που το πρόσωπο αυτό κωλύεται να παραστεί.

3.   Αν η αρχή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σημείο β) δεν είναι κεντρική τράπεζα, το μέλος του συμβουλίου εποπτών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σημείο β) μπορεί να συνοδεύεται από έναν εκπρόσωπο της κεντρικής τράπεζας των κρατών μελών, ο οποίος δεν θα έχει δικαίωμα ψήφου.

4.   Προκειμένου να ενεργεί στο πλαίσιο της οδηγίας 94/19/ΕΚ, το μέλος του συμβουλίου εποπτών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σημείο β) δύναται, κατά περίπτωση, να συνοδεύεται από εκπρόσωπο των αρμόδιων φορέων οι οποίοι διαχειρίζονται συστήματα εγγύησης των καταθέσεων σε κάθε κράτος μέλος. Ο εκπρόσωπος αυτός δεν έχει δικαίωμα ψήφου.

5.   Το συμβούλιο εποπτών μπορεί να αποφασίσει να δεχτεί παρατηρητές.

Ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να συμμετέχει στις συνεδριάσεις του συμβουλίου εποπτών χωρίς δικαίωμα ψήφου.»

Άρθρο 25

«Σύνθεση

1.   Το συμβούλιο εποπτών συγκροτείται από:

α)

τον πρόεδρο, ο οποίος δεν έχει δικαίωμα ψήφου·

β)

τον επικεφαλής της εθνικής δημόσιας αρχής που είναι αρμόδια για την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων σε κάθε κράτος μέλος·

γ)

αν μια αρχή από τις αναφερόμενες στο σημείο (β) δεν είναι κεντρική τράπεζα, έναν εκπρόσωπο της κεντρικής τράπεζας του κράτους μέλους, ο οποίος δεν έχει δικαίωμα ψήφου·

δ)

έναν εκπρόσωπο της Επιτροπής, ο οποίος δεν έχει δικαίωμα ψήφου·

ε)

έναν εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο οποίος δεν έχει δικαίωμα ψήφου·

στ)

έναν εκπρόσωπο του ΕΣΣΚ, ο οποίος δεν έχει δικαίωμα ψήφου·

ζ)

έναν εκπρόσωπο καθεμιάς από τις άλλες δυο Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, χωρίς δικαίωμα ψήφου.

2.   Κάθε αρμόδια αρχή είναι υπεύθυνη για τον ορισμό ενός αναπληρωματικού μέλους υψηλού επιπέδου, το οποίο μπορεί να αντικαθιστά το μέλος του συμβουλίου εποπτών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σημείο (β) σε περίπτωση που το πρόσωπο αυτό κωλύεται να παραστεί.

   .

3.   Προκειμένου να ενεργεί στο πλαίσιο της οδηγίας 94/19/ΕΚ, το μέλος του συμβουλίου εποπτών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σημείο (β) δύναται, κατά περίπτωση, να συνοδεύεται από εκπρόσωπο των αρμόδιων φορέων οι οποίοι διαχειρίζονται συστήματα εγγύησης των καταθέσεων σε κάθε κράτος μέλος. Ο εκπρόσωπος αυτός δεν έχει δικαίωμα ψήφου.

4.   Το συμβούλιο εποπτών μπορεί να αποφασίσει να δεχτεί παρατηρητές.

Ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να συμμετέχει στις συνεδριάσεις του συμβουλίου εποπτών χωρίς δικαίωμα ψήφου.»

Αιτιολογική βάση:

Θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι οι εκπρόσωποι των ΕθνΚΤ έχουν ανεξάρτητο δικαίωμα συμμετοχής στο συμβούλιο εποπτών της ΕΑΤ ως μέλη χωρίς δικαίωμα ψήφου.

Τροποποίηση 10

Άρθρο 29 παράγραφος 4 των προτεινόμενων κανονισμών

Άρθρο 29 παράγραφος 4

«4.   Ο εσωτερικός κανονισμός ορίζει λεπτομερώς τις ρυθμίσεις που διέπουν την ψηφοφορία, συμπεριλαμβανομένων, όταν απαιτείται, των κανόνων που διέπουν τις απαρτίες. Τα μέλη χωρίς δικαίωμα ψήφου και οι παρατηρητές, εκτός από τον πρόεδρο και τον εκτελεστικό διευθυντή, δεν παρίστανται σε συζητήσεις του συμβουλίου εποπτών όσον αφορά μεμονωμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο άρθρο 61 ή στη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2.»

Άρθρο 29 παράγραφος 4

«4.   Ο εσωτερικός κανονισμός ορίζει λεπτομερώς τις ρυθμίσεις που διέπουν την ψηφοφορία, συμπεριλαμβανομένων, όταν απαιτείται, των κανόνων που διέπουν τις απαρτίες. Τα μέλη χωρίς δικαίωμα ψήφου και οι παρατηρητές, εκτός από τον πρόεδρο, τον εκτελεστικό διευθυντή και τους εκπροσώπους των κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών στην περίπτωση ουσιώδους συμμετοχής στον τομέα της τραπεζικής εποπτείας, δεν παρίστανται σε συζητήσεις του συμβουλίου εποπτών όσον αφορά μεμονωμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο άρθρο 61 ή στη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2.»

Αιτιολογική βάση:

Η παρούσα τροποποίηση θα επιτρέψει στους εκπροσώπους των κρατών μελών με ουσιώδη συμμετοχή στον τομέα της τραπεζικής εποπτείας που δεν έχουν δικαίωμα ψήφου να συμμετέχουν σε εμπιστευτικές συζητήσεις σχετικά με μεμονωμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

Τροποποίηση 11

Αιτιολογική σκέψη 31α του προτεινόμενου κανονισμού ΕΑΚΑΑ (νέο)

Δεν υπάρχει κείμενο.

Αιτιολογική σκέψη 31α

«

Οι ασφαλείς και αποτελεσματικές υποδομές για τη διαδικασία μετά τη διαπραγμάτευση όσον αφορά τις αγορές κινητών αξιών αποτελούν ουσιώδες συστατικό του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ενώ η όποια δυσλειτουργία των συστημάτων εκκαθάρισης και διακανονισμού μπορεί να επιφέρει σοβαρές συστημικές επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών, καθώς και στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Υπό το φως των καθηκόντων επίβλεψης των κεντρικών τραπεζών που αφορούν τα συστήματα πληρωμών, εκκαθάρισης και διακανονισμού είναι αναγκαία η αποτελεσματική συνεργασία ανάμεσα στις κεντρικές τράπεζες, υπό την αρμοδιότητά τους όσον αφορά την επίβλεψη, και της Αρχής για ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος.»

Αιτιολογική βάση:

Η ΕΚΤ θεωρεί ότι η υφιστάμενη συνεργασία ανάμεσα στην ευρωπαϊκή επιτροπή ρυθμιστικών αρχών των αγορών κινητών αξιών και τις κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να επεκταθεί ανάμεσα στην ΕΑΚΑΑ και τις κεντρικές τράπεζες για ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος.

Τροποποίηση 12

Άρθρο 1 παράγραφος 2α) του προτεινόμενου κανονισμού ΕΑΚΑΑ (νέο)

Δεν υπάρχει κείμενο.

Άρθρο 1

«(2a)   Υπό την επιφύλαξη των συναφών αρμοδιοτήτων του ΕΣΚΤ, η Αρχή λαμβάνει την απαραίτητη δράση στο πλαίσιο της εκκαθάρισης και του διακανονισμού και της λειτουργίας αγορών παραγώγων.»

Αιτιολογική βάση:

Όποια καθήκοντα απονέμονται στην ΕΑΚΑΑ κατά τον προτεινόμενο κανονισμό ΕΑΚΑΑ σχετικά με τα παραπάνω ζητήματα θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις υπάρχουσες αρμοδιότητες της ΕΚΤ και των ΕθνΚΤ του ΕΣΚΤ στον τομέα της εκκαθάρισης και του διακανονισμού.

Τροποποίηση 13

Άρθρο 25 παράγραφος 1 των προτεινόμενων κανονισμών ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ

Άρθρο 25

«1.   Το συμβούλιο εποπτών συγκροτείται από:

[…]

δ)

έναν εκπρόσωπο του ΕΣΣΚ, ο οποίος δεν έχει δικαίωμα ψήφου […]»

Άρθρο 25

«1.   Το συμβούλιο εποπτών συγκροτείται από:

[…]

(δ)

έναν αντιπρόσωπο της ΕΚΤ, ο οποίος δεν έχει δικαίωμα ψήφου·

(ε)

έναν εκπρόσωπο του ΕΣΣΚ, ο οποίος δεν έχει δικαίωμα ψήφου·[…]»

Αιτιολογική βάση:

Για τους λόγους που αναπτύχθηκαν στις παραγράφους 4 έως 6 της παρούσας γνώμης, ενδείκνυται να περιληφθεί η ΕΚΤ ως εκπρόσωπος χωρίς δικαίωμα ψήφου στο συμβούλιο εποπτών της ΕΑΚΑΑ και της ΕΑΑΕΣ. Η ΕΚΤ σημειώνει ότι ήδη προβλέπεται στους προτεινόμενους κανονισμούς ΕΑΤ και ΕΑΑΕΣ, όπως συμφωνήθηκε από το Συμβούλιο Ecofin στις 2 Δεκεμβρίου 2009  (4).


(1)  Οι προτεινόμενοι κανονισμοί εκδόθηκαν την 23η Σεπτεμβρίου 2009, δηλαδή πριν από την έναρξη ισχύος της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα σημεία αναφοράς της Συνθήκης στα προτεινόμενα κείμενα από την Επιτροπή θα πρέπει να προσαρμοστούν αναλόγως.

(2)  Οι έντονοι χαρακτήρες στο κυρίως κείμενο αφορούν τα σημεία των οποίων την προσθήκη προτείνει η ΕΚΤ. Η χρήση διαγράμμισης στο κυρίως κείμενο αφορά τα σημεία των οποίων τη διαγραφή προτείνει η ΕΚΤ.

(3)  2009/0140(COD) — 14491/1/09REV1.

(4)  Βλ. 2009/0142(COD) — 16748/1/09 REV1 (για την ΕΑΤ) και 2009/0143(COD) — 16749/1/09 (για την ΕΑΑΕΣ).


Επάνω